lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυσφημώ στα ισπανικά

Λέξη:
δυσφημώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (9):
calumniar, denigrar, detractar, difamar, amenguar, infamar, desacreditar, deshonrar, ensuciar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά δυσφημώ, δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ στα ισπανικά, calumniar στα ελληνικά
δυσφημώ στα ισπανικά