lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονάδα στα αγγλικά

Λέξη:
μονάδα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
degree, denomination, entity, individual, measure, unit, unity
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά μονάδα, μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων, μονάδα σημασιολογικού ιστού, μονάδα οικογενειακής θεραπείας παγκράτι, μονάδα οικογενειακής θεραπείας, μονάδα μέτρησης πόνου, μονάδα στα αγγλικά, degree στα ελληνικά
μονάδα στα αγγλικά