lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πορτοφόλι στα γαλλικά

Λέξη:
πορτοφόλι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (20):
besace, bissac, bourse, cabas, capsule, carnassière, carnier, follicule, gibecière, marsupiaux, panetière, porte-billets, porte-monnaie, portefeuille, réticule, sac, sachet, sacoche, saint-crépin, trousse
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πορτοφόλι, πορτοφόλι ονειροκρίτης, πορτοφόλι γυναικείο, πορτοφόλι ανδρικό, πορτοφόλι louis vuitton, πορτοφόλι kem, πορτοφόλι στα γαλλικά, besace στα ελληνικά
πορτοφόλι στα γαλλικά