lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πορτοφόλι στα νορβηγικά

Λέξη:
πορτοφόλι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (15):
bag, børs, dameveske, håndveske, kasse, lommebok, pengepung, portefølje, pose, pung, skreppe, slire, taske, veske, væska
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά πορτοφόλι, πορτοφόλι ονειροκρίτης, πορτοφόλι γυναικείο, πορτοφόλι ανδρικό, πορτοφόλι louis vuitton, πορτοφόλι kem, πορτοφόλι στα νορβηγικά, bag στα ελληνικά
πορτοφόλι στα νορβηγικά