lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πορτοφόλι στα γερμανικά

Λέξη:
πορτοφόλι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
beutel, brieftasche, börse, geldbeutel, geldbörse, geldtasche, handtasche, portefeuille, portemonnaie, portmonee, sack, tartan, tasche, tornister, tüte
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά πορτοφόλι, πορτοφόλι ονειροκρίτης, πορτοφόλι γυναικείο, πορτοφόλι ανδρικό, πορτοφόλι louis vuitton, πορτοφόλι kem, πορτοφόλι στα γερμανικά, beutel στα ελληνικά
πορτοφόλι στα γερμανικά