lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φτωχός στα γερμανικά

Λέξη:
φτωχός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (32):
arm, armselig, bedauernswert, bedürftig, beklagenswert, bescheiden, billig, dünn, dünnen, dürftig, elend, erbärmlich, fein, jämmerlich, kläglich, kümmerlich, lumpig, mager, mies, miserabel, mittelmäßig, nichtig, niedrig, schlecht, schäbig, schön, spitz, traurig, unglücklich, unvermögend, zart, ärmlich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά φτωχός, φτωχόσ μπαμπάσ πλούσιοσ μπαμπάσ, φτωχός συνώνυμο, φτωχός συνώνυμα, φτωχός πλην τίμιος, φτωχός και μόνος καουμπόι - κηλαηδόνης, φτωχός στα γερμανικά, arm στα ελληνικά
φτωχός στα γερμανικά