lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φτωχός στα νορβηγικά

Λέξη:
φτωχός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (31):
arm, dårlig, elendig, fattig, fin, flat, knapp, kummerlig, lumpen, nedrig, pen, påver, ringe, skarve, skjønn, skral, skrinn, slank, slett, smal, spenslig, spinkel, stakkars, tunn, tynn, ubemidlet, ulykkelig, undermålig, ussel, vakker, ynkelig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά φτωχός, φτωχόσ μπαμπάσ πλούσιοσ μπαμπάσ, φτωχός συνώνυμο, φτωχός συνώνυμα, φτωχός πλην τίμιος, φτωχός και μόνος καουμπόι - κηλαηδόνης, φτωχός στα νορβηγικά, arm στα ελληνικά
φτωχός στα νορβηγικά