lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατορθώνω στα εσθονική

Λέξη:
κατορθώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (4):
jõudma, omandama, saavutama, teostama
Σχετικές λέξεις:
εσθονική κατορθώνω, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω στα εσθονική, jõudma στα ελληνικά
κατορθώνω στα εσθονική