lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατορθώνω στα νορβηγικά

Λέξη:
κατορθώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
oppnå, få, fullborda, hinna, nå, tilegne, utdøra, vinne, realisere
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κατορθώνω, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω στα νορβηγικά, oppnå στα ελληνικά
κατορθώνω στα νορβηγικά