lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατορθώνω στα ουγγρική

Λέξη:
κατορθώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
eljutni, jut, odamenni, elérni, megvalósítani
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κατορθώνω, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω στα ουγγρική, eljutni στα ελληνικά
κατορθώνω στα ουγγρική