lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθήκη στα νορβηγικά

Λέξη:
αποθήκη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
avlagring, butikk, depot, forretning, forråd, fyndighet, lager, magasin, pakkhus, tidsskrift, varehus
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αποθήκη, αποθήκη τροφίμων, αποθήκη στα αγγλικά, αποθήκη παπούτσια, αποθήκη κομμένου, αποθήκη καλλυντικών, αποθήκη στα νορβηγικά, avlagring στα ελληνικά
αποθήκη στα νορβηγικά