lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθήκη στα λευκορωσίας

Λέξη:
αποθήκη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
кніжны, крама, магазын, склад, сховішча
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αποθήκη, αποθήκη τροφίμων, αποθήκη στα αγγλικά, αποθήκη παπούτσια, αποθήκη κομμένου, αποθήκη καλλυντικών, αποθήκη στα λευκορωσίας, кніжны στα ελληνικά
αποθήκη στα λευκορωσίας