lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποθήκη στα ρωσικά

Λέξη:
αποθήκη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (11):
завертывание, завёртывание, запас, кладовая, конституция, магазин, пакгауз, склад, состав, хранилище, шток
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αποθήκη, αποθήκη τροφίμων, αποθήκη στα αγγλικά, αποθήκη παπούτσια, αποθήκη κομμένου, αποθήκη καλλυντικών, αποθήκη στα ρωσικά, завертывание στα ελληνικά
αποθήκη στα ρωσικά