lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουλειά στα κροατικά

Λέξη:
δουλειά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-κροατικά
Μεταφράσεις (19):
afera, biznis, djelo, dobit, interes, kamata, mjesto, namještenje, položaj, posao, problem, rad, radnja, služba, stvar, zadatak, zahtjev, zanimanje, zaposlenje
Σχετικές λέξεις:
κροατικά δουλειά, δουλειά στο εξωτερικό, δουλειά στην γερμανία, δουλειά στην αυστραλία, δουλειά στην αυστρία, δουλειά στην αθήνα, δουλειά στα κροατικά, afera στα ελληνικά
δουλειά στα κροατικά