lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουλειά στα ισπανικά

Λέξη:
δουλειά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (45):
acomodo, actividad, afán, asunto, captura, caso, colocación, correo, cosa, cuestión, curro, demanda, destino, ejercicio, embargo, empleo, exigencia, exigir, factura, faena, fatiga, ganancia, ganar, instancia, interés, labor, menester, negocio, obra, ocupación, petición, preocupación, problema, producción, provecho, puesto, quehacer, reclamación, requisito, sitio, situación, solicitud, tarea, tienda, trabajo
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά δουλειά, δουλειά στο εξωτερικό, δουλειά στην γερμανία, δουλειά στην αυστραλία, δουλειά στην αυστρία, δουλειά στην αθήνα, δουλειά στα ισπανικά, acomodo στα ελληνικά
δουλειά στα ισπανικά