lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουλειά στα σουηδικά

Λέξη:
δουλειά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (30):
affisch, affär, anfordran, angelägenhet, anmodan, anställning, arbeit, arbete, avfordran, bedrift, beslag, fordran, fordring, förtjänst, göra, göromål, intresse, jobb, krav, lönn, plats, post, ränta, sak, sysselsättning, syssla, uppdrag, uppgift, yrkande, ärende
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δουλειά, δουλειά στο εξωτερικό, δουλειά στην γερμανία, δουλειά στην αυστραλία, δουλειά στην αυστρία, δουλειά στην αθήνα, δουλειά στα σουηδικά, affisch στα ελληνικά
δουλειά στα σουηδικά