lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοιτάζω στα νορβηγικά

Λέξη:
κοιτάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
betrakte, blikk, glo, iaktta, kika, kike, se, skue, titta, titte, øyekast
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κοιτάζω, κοιτάζω ψηλά στίχοι, κοιτάζω ψηλά, κοιτάζω τη βροχή και κλαίω, κοιτάζω τη βροχή βροχή μου στιχοι, κοιτάζω τη βροχή, κοιτάζω στα νορβηγικά, betrakte στα ελληνικά
κοιτάζω στα νορβηγικά