lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοιράζω στα νορβηγικά

Λέξη:
μοιράζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
atskille, dele, dividere, fordele, skille, tildele, utdele, utdelje, utparsellere, utskille
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μοιράζω, συνώνυμο μοιράζω, μοιράζω φυλλάδια, μοιράζω φιλιά στίχοι, μοιράζω φιλιά download, μοιράζω φιλιά, μοιράζω στα νορβηγικά, atskille στα ελληνικά
μοιράζω στα νορβηγικά