lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοιράζω στα γαλλικά

Λέξη:
μοιράζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
compartimenter, contingenter, disjoindre, disloquer, dispenser, dissocier, distribuer, distribution, diviser, donner, dédoubler, démancher, démembrer, déparier, départir, détremper, lacérer, partager, répartir, répartition, scinder, subdiviser, séparer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά μοιράζω, συνώνυμο μοιράζω, μοιράζω φυλλάδια, μοιράζω φιλιά στίχοι, μοιράζω φιλιά download, μοιράζω φιλιά, μοιράζω στα γαλλικά, compartimenter στα ελληνικά
μοιράζω στα γαλλικά