lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοιράζω στα πολωνική

Λέξη:
μοιράζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (7):
dystrybuować, dzielić, podzielać, rozdawać, rozdzielać, rozdzielić, rozprowadzać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική μοιράζω, συνώνυμο μοιράζω, μοιράζω φυλλάδια, μοιράζω φιλιά στίχοι, μοιράζω φιλιά download, μοιράζω φιλιά, μοιράζω στα πολωνική, dystrybuować στα ελληνικά
μοιράζω στα πολωνική