lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργασία στα ουγγρική

Λέξη:
εργασία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
állás, elhelyezkedés, dolog, munka, használat, elfoglaltság, foglalkozás, alkalmazás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική εργασία, εργασία τώρα, εργασία στο εξωτερικό για έλληνες 2014, εργασία στο εξωτερικό, εργασία στην ελλάδα, εργασία στην αγγλία, εργασία στα ουγγρική, állás στα ελληνικά
εργασία στα ουγγρική