lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργασία στα ρωσικά

Λέξη:
εργασία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (15):
дело, должность, задание, задача, занятие, использование, конфискация, место, обычай, положение, пост, применение, работа, труд, употребление
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά εργασία, εργασία τώρα, εργασία στο εξωτερικό για έλληνες 2014, εργασία στο εξωτερικό, εργασία στην ελλάδα, εργασία στην αγγλία, εργασία στα ρωσικά, дело στα ελληνικά
εργασία στα ρωσικά