lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κέρδος στα ουγγρική

Λέξη:
κέρδος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
jövedelem, előny, haszon, nyereség, profit, termés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κέρδος, κέρδος στο internet, κέρδος ορισμός, κέρδος κεραίας, κέρδος κάθε εβδομάδα, κέρδος εφημερίδα, κέρδος στα ουγγρική, jövedelem στα ελληνικά
κέρδος στα ουγγρική