lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κέρδος στα φινλανδικά

Λέξη:
κέρδος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (10):
ansio, edullisuus, etu, etuus, hyöty, käytellä, käyttää, tulo, tuotto, voitto
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά κέρδος, κέρδος στο internet, κέρδος ορισμός, κέρδος κεραίας, κέρδος κάθε εβδομάδα, κέρδος εφημερίδα, κέρδος στα φινλανδικά, ansio στα ελληνικά
κέρδος στα φινλανδικά