lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ύφασμα στα ουκρανικά

Λέξη:
ύφασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
брезент, вігонь, замша, матеріал, полотно, скатерка, сплетення, сукно, текстура, тканина, тканину
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ύφασμα, ύφασμα στα αγγλικά, ύφασμα μουσελίνα, ύφασμα με το μέτρο, ύφασμα καπιτονέ, ύφασμα καναπέ, ύφασμα στα ουκρανικά, брезент στα ελληνικά
ύφασμα στα ουκρανικά