lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμφορά στα πολωνική

Λέξη:
συμφορά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
katastrofa, klęska, nieszczęście
Σχετικές λέξεις:
πολωνική συμφορά, συμφορά συνώνυμα, συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά στα πολωνική, katastrofa στα ελληνικά
συμφορά στα πολωνική