lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμφορά στα τσεχική

Λέξη:
συμφορά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (22):
bolest, bída, debakl, havárie, hlad, hladomor, kalamita, katastrofa, kletba, nehoda, nemoc, neštěstí, nouze, pohroma, porážka, smůla, tíseň, ubohost, zhroucení, zlo, ztroskotání, úzkost
Σχετικές λέξεις:
τσεχική συμφορά, συμφορά συνώνυμα, συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά στα τσεχική, bolest στα ελληνικά
συμφορά στα τσεχική