lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμφορά στα φινλανδικά

Λέξη:
συμφορά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
haaksirikko, katastrofi, romahdus, tappio, vastoinkäyminen, epäonni, hätä, kirous, kurjuus
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά συμφορά, συμφορά συνώνυμα, συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά στα φινλανδικά, haaksirikko στα ελληνικά
συμφορά στα φινλανδικά