lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμφορά στα εσθονική

Λέξη:
συμφορά (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (3):
katastroof, õnnetus, lüüasaamine
Σχετικές λέξεις:
εσθονική συμφορά, συμφορά συνώνυμα, συμφορά ατυχήματα με τα ρούχα σε live εκπομπη με πρωταγωνιστές διάσημους, συμφορά από το πολύ μυαλό υπόθεση, συμφορά από το πολύ μυαλό, συμφορά στα εσθονική, katastroof στα ελληνικά
συμφορά στα εσθονική