lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λειτουργώ στα ρωσικά

Λέξη:
λειτουργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
действовать, функционировать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά λειτουργώ, λειτουργώ συνώνυμο, λειτουργώ πυροσβεστικά, λειτουργώ ετυμολογία, λειτουργώ αγγλικά, λειτουργώ στα ρωσικά, действовать στα ελληνικά
λειτουργώ στα ρωσικά