lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όφελος στα τσεχική

Λέξη:
όφελος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
dobrodiní, použít, používat, privilegium, prospěch, přednost, převaha, upotřebit, užitek, užít, využít, využívat, výdělek, výhoda, výsada, zisk, zájem
Σχετικές λέξεις:
τσεχική όφελος, όφελος όφελος, όφελος ωφελώ, όφελος συνώνυμα, όφελος κλίση, όφελος και όφελος, όφελος στα τσεχική, dobrodiní στα ελληνικά
όφελος στα τσεχική