lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όφελος στα ουγγρική

Λέξη:
όφελος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
előny, haszon, nyereség, előjog, kiváltság, szabadalom
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική όφελος, όφελος όφελος, όφελος ωφελώ, όφελος συνώνυμα, όφελος κλίση, όφελος και όφελος, όφελος στα ουγγρική, előny στα ελληνικά
όφελος στα ουγγρική