lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σύντομος στα φινλανδικά

Λέξη:
σύντομος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
lyhyt, suppea
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά σύντομος, σύντομοσ οδηγόσ για έναν ευτυχισμένο γάμο, σύντομος συνώνυμο, σύντομος στα αγγλικα, σύντομος μετάφραση, σύντομος κύκλος περιόδου, σύντομος στα φινλανδικά, lyhyt στα ελληνικά
σύντομος στα φινλανδικά