lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαρπος στα αγγλικά

Λέξη:
άκαρπος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (19):
abortive, arid, barren, bootless, duff, fruitless, futile, hungry, idle, ineffective, inefficacious, purposeless, self-defeating, sterile, unavailing, unfruitful, unsuccessful, useless, vain
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά άκαρπος, άκαρπος στα αγγλικά, abortive στα ελληνικά
άκαρπος στα αγγλικά