lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαρπος στα γερμανικά

Λέξη:
άκαρπος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
erfolglos, ergebnislos, fruchtlos, gehaltlos, leer, mager, müßig, nutzlos, steril, unersprießlich, unfruchtbar, unnütz, vergeblich, zwecklos
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά άκαρπος, άκαρπος στα γερμανικά, erfolglos στα ελληνικά
άκαρπος στα γερμανικά