lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαρπος στα ουγγρική

Λέξη:
άκαρπος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
használhatatlan, sikertelen, meddő, terméketlen
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική άκαρπος, άκαρπος στα ουγγρική, használhatatlan στα ελληνικά
άκαρπος στα ουγγρική