lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιχμηρός στα αγγλικά

Λέξη:
αιχμηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (28):
acrid, acute, edge, hackly, hard, harsh, horny, hot, incisive, inclement, keen, keener, keenest, nippy, peppery, piercing, poignant, pointed, pungent, severe, sharp, short, shrewd, shrill, steep, strident, stringent, violent
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αιχμηρός, αιχμηρός στα αγγλικά, acrid στα ελληνικά
αιχμηρός στα αγγλικά