lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιχμηρός στα γαλλικά

Λέξη:
αιχμηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
accusé, acre, acrimonieux, acéré, affilé, aigre, aigu, austère, brûlant, cinglant, cuisant, dent, inclément, intense, perçant, piquant, pointu, rigoureux, rude, sévère, tranchant, âpre, épicé
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά αιχμηρός, αιχμηρός στα γαλλικά, accusé στα ελληνικά
αιχμηρός στα γαλλικά