lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιχμηρός στα νορβηγικά

Λέξη:
αιχμηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (23):
akutt, alvorlig, amper, barsk, besk, bister, bitende, hard, heftig, hvass, intens, kvass, piffig, pikant, ram, rigorøs, skarp, skurva, spiss, stel, streng, tvær, vass
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αιχμηρός, αιχμηρός στα νορβηγικά, akutt στα ελληνικά
αιχμηρός στα νορβηγικά