lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιχμηρός στα λευκορωσίας

Λέξη:
αιχμηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
востры, рэзкі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αιχμηρός, αιχμηρός στα λευκορωσίας, востры στα ελληνικά
αιχμηρός στα λευκορωσίας