lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδρύω στα αγγλικά

Λέξη:
ιδρύω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (21):
allege, anticipate, assume, bet, establish, excuse, found, guarantee, install, institute, justify, legitimate, legitimize, pawn, plant, posit, presume, presuppose, substantiate, suppose, wear
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ιδρύω, ιδρύω συνώνυμα, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω στα αγγλικά, allege στα ελληνικά
ιδρύω στα αγγλικά