lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδρύω στα δανική

Λέξη:
ιδρύω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
motivere, anlægge, etablere, folde, fundere, installere, oprette, stifte, vædde
Σχετικές λέξεις:
δανική ιδρύω, ιδρύω συνώνυμα, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω στα δανική, motivere στα ελληνικά
ιδρύω στα δανική