lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδρύω στα φινλανδικά

Λέξη:
ιδρύω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
perustaa, perustella, puolustaa, vanhurskauttaa, asentaa, asettaa, sijoittaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ιδρύω, ιδρύω συνώνυμα, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω στα φινλανδικά, perustaa στα ελληνικά
ιδρύω στα φινλανδικά