lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κωμικός στα αγγλικά

Λέξη:
κωμικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (30):
aberrant, amusing, bizarre, burlesque, comic, comical, comically, droll, eerie, farcical, foreign, funny, guy, hilarious, laughable, ludicrous, odd, odd-looking, outré, peculiar, quaint, queer, quirky, ridiculous, rum, rummy, singular, strange, surprising, weird
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γερμανός κωμικός, γάλλος κωμικός, κωμικός στα αγγλικά, aberrant στα ελληνικά
κωμικός στα αγγλικά