lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κωμικός στα τσεχική

Λέξη:
κωμικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
absurdní, bizarní, burleskní, cizinec, cizí, divný, fraškovitý, groteskní, jednotlivý, komický, komik, kuriózní, podezřelý, podivný, podivínský, posměšný, překvapující, směšný, udivující, zahraniční, zvláštní, zábavný, šprýmař, žertovný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γερμανός κωμικός, γάλλος κωμικός, κωμικός στα τσεχική, absurdní στα ελληνικά
κωμικός στα τσεχική