lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κωμικός στα ρωσικά

Λέξη:
κωμικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (12):
забавный, иностранный, карикатурный, комичен, комический, комичный, нелепый, причудливый, смехотворен, смехотворный, смешной, странный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γερμανός κωμικός, γάλλος κωμικός, κωμικός στα ρωσικά, забавный στα ελληνικά
κωμικός στα ρωσικά