lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κωμικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
κωμικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
дзіўны, камічны, смешны, смяхотны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας κωμικός, κωμικόσ μονόλογοσ, κωμικόσ διάλογοσ, κωμικός συνώνυμα, γερμανός κωμικός, γάλλος κωμικός, κωμικός στα λευκορωσίας, дзіўны στα ελληνικά
κωμικός στα λευκορωσίας