lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πτερύγιο στα αλβανικά

Λέξη:
πτερύγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αλβανικά
Μεταφράσεις (3):
krah, lopatë, sup
Σχετικές λέξεις:
αλβανικά πτερύγιο, ρινικό πτερύγιο, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο στο μάτι, πτερύγιο οφθαλμού, πτερύγιο ματιού, πτερύγιο στα αλβανικά, krah στα ελληνικά
πτερύγιο στα αλβανικά