lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πτερύγιο στα λιθουανική

Λέξη:
πτερύγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική πτερύγιο, ρινικό πτερύγιο, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο στο μάτι, πτερύγιο οφθαλμού, πτερύγιο ματιού, πτερύγιο στα λιθουανική, kastuvas στα ελληνικά
πτερύγιο στα λιθουανική