lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γεύομαι στα βουλγαρικά

Λέξη:
γεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (3):
цена, образец, опитвам
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά γεύομαι, γεύομαι συνόνυμα, γεύομαι μαγεύομαι ιωάννινα, γεύομαι και μαγεύομαι, γευομαι και μαγευομαι θησείο, γεύομαι στα βουλγαρικά, цена στα ελληνικά
γεύομαι στα βουλγαρικά